ἡμιώριον

ἡμιώριον
[на] полчаса

Ελληνικά-Ρωσικά λεξικό στα κείμενα της Καινής Διαθήκης (Греческо-русский словарь к текстам Нового Завета). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Смотреть что такое "ἡμιώριον" в других словарях:

  • ἡμιώριον — neut nom/voc/acc sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιωρίοις — ἡμιώριον neut dat pl …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιωρίου — ἡμιώριον neut gen sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ἡμιωρίῳ — ἡμιώριον neut dat sg …   Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες)

  • ημιώριο — και ημίωρο, το (AM ἡμιώριον) μισή ώρα, χρονική διάρκεια μισής ώρας. [ΕΤΥΜΟΛ. ημιώριον ή ημίωρον (ενν. διάστημα χρόνου) ουσιαστικοποιημένο επίθ.: πρβλ. ημιχρόνιο / ημίχρονο] …   Dictionary of Greek

  • ημι- — (AM ἡμι ) αχώριστο πρόθημα ως α συνθετικό λέξεων τής αρχ., μσν. και νεοελλ. γλώσσας που έχουν την έννοια ότι αυτό που δηλώνει το β συνθετικό είναι: α) το μισό, ως προς το ποσό (πρβλ. ημισέληνος, ημισφαίριο) β) κάτι το ελλιπές, μη τελειωμένο,… …   Dictionary of Greek

  • ԿԻՍԱԺԱՄ — (ու, ուց.) NBH 1 1097 Chronological Sequence: 7c, 8c, 12c գ. ἠμιώριον semihora կէս ժամ. ... *Կիսաժամու յառաջ մատուցեալ. Խոր. աշխարհ.: *Տասներորդ մասն կիսաժամու միոյ. Նիւս. բն.: *Որով ցուցեալ լինին ժամք, եւ կիսաժամք, եւ մասունք նոցա. Սարկ. տոմար …   հայերեն բառարան (Armenian dictionary)


Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»